Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου 2011





Ποιος Συμπαραστάτης ;

Γράφει η

Χριστίνα Β. Μπαρμπαρούση

Στέλεχος Τοπικής Αυτοδιοίκησης & Δημόσιας Διοίκησης


Με το ν.3852/ 2010, άρθρα 77 και 179, για τη «Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης − Πρόγραμμα Καλλικράτης» θεσμοθετείται για πρώτη φορά στους δήμους άνω των 20.000 κατοίκων και στις 13 Περιφέρειες το δημόσιο αξίωμα του Συμπαραστάτη του Δημότη και της Επιχείρησης.

Στην ευρωπαϊκή τοπική αυτοδιοίκηση ο θεσμός «συμπαρίσταται» στον ευρωπαίο δημότη σε όλα τα θέματα καθημερινότητας μερικές δεκαετίες από την θεσμοθέτησή του και ιδιαιτέρως στις σκανδιναβικές χώρες απολαμβάνει του κύρους και των τιμών αυτών των ανώτερων κυβερνητικών στελεχών, όπως και το δημόσιο λειτούργημα των στελεχών τοπικής αυτοδιοίκησης.

Πρόκειται για ένα εγνωσμένου κύρους δημόσιο λειτούργημα, αποσπασμένο από κομματικά κριτήρια, όπου διασφαλίζει το ακέραιο της ιδιότητάς του και το άμεμπτο του ήθους του, με σκοπό τη διαφανή και ισότιμη αντιμετώπιση των περιπτώσεων, που έρχονται στη δικαιοδοσία του. Κι αυτό, διότι, στα πλαίσια του «Τοπική Αυτοδιοίκηση και Ηθική» κινείται μεταξύ δημόσιου διαμεσολαβητή σε θέματα ποιότητας ζωής και των δικαιωμάτων του δημότη, τοπικού συνηγόρου του πολίτη σε θέματα κακοδιοίκησης σε βάρος του και ηθικού λειτουργού σε θέματα κοινωνικής εμπιστοσύνης από το δημότη προς την τοπική αυτοδιοίκηση. Συνοπτικά, αντικείμενό του είναι το να επιφέρει μια ισορροπία στη δημόσια ζωή του πολίτη.

Αντίθετα, η ελληνική τοπική αυτοδιοίκηση ανήκει στο μοντέλο – βαρίδιο της δημόσιας διοίκησης στην Ευρώπη. Σ’ αυτό, που ανήκουν χώρες – παραδείγματα προς αποφυγή, όπως η Ιταλία και η Γαλλία, το οποίο και διακρίνουν τα χαρακτηριστικά του συντηρητισμού, της απουσίας προνοιακής διάθεσης, της βραδύτητας κινήσεων, του οπισθοδρομικού ακόλουθου – θεατή του σύγχρονου δημόσιου μάνατζμεντ. Γεγονός, που δημιουργεί κόντρα μεταξύ ισορροπημένου θεσμού και ανισόρροπου συστήματος, που θα υποδεχθεί το θεσμό. Επόμενα, το ερώτημα που προκύπτει εδώ είναι το εξής : μπορεί ο ως άνω ευρωπαϊκός θεσμός να υπάρξει στην ελληνική τοπική αυτοδιοίκηση ; Μπορεί ο Έλληνας Συμπαραστάτης να παρακολουθήσει τον Ευρωπαίο Συμπαραστάτη ;

Ειδικότερα,

Ο κοινός νομοθέτης, καίτοι ιδιαίτερα εφευρετικός σε αντιφατικά νομοσχέδια, με το «Πρόγραμμα Καλλικράτης» αφενός καθιστά τη χώρα περιφέρεια του «ευρωπαϊκού κράτους», κατακερματίζοντας οποιαδήποτε ένδειξη εθνικής κυριαρχίας, συνέχειας και αυτοτέλειας και αφ’ ετέρου χρησιμοποιεί έναν θεσμό – υπόδειγμα κοινωνικής εμπιστοσύνης, πρεσβευτή όλων των παραπάνω, σαν ένα ελκυστικό περιτύλιγμα βόμβας με τα πρώτα ως εκρηκτική ύλη. Αυτή η κίνηση δηλώνει ξεκάθαρα την πρόθεσή του να αποσπάσει την προσοχή από το περιεχόμενο, προχωρώντας σε κινήσεις αντιπερισπασμού, εντυπωσιασμού, αλλά και εκβιασμού ταυτόχρονα, κατά το σύστημα «μαστίγιο και καρότο».

Ο κοινός νομοθέτης με την επίκληση στον τοπικό συνήγορο του πολίτη αφ’ ενός παραδέχεται την ύπαρξη συστήματος τοπικής κακο-διοίκησης και αφ’ ετέρου δεν κάνει τίποτα να διαφύγει από αυτό το σύστημα διοίκησης, στο οποίο ανήκει.

Ο κοινός νομοθέτης κατάφερε ο Έλληνας Συμπαραστάτης από τη μία να εκλέγεται με κριτήρια καθολικής πολιτικοκοινωνικής αποδοχής και από την άλλη να μην μπορεί να εκλεγεί εξαιτίας αυτών των κριτηρίων. Απόδειξη, το μόλις και μετά βίας εκλεγμένο 1/12 σε επίπεδο Δήμων και το 1/4 σε επίπεδο Περιφερειών, πανελλαδικώς.

Τέλος, ο κοινός νομοθέτης υιοθετεί και επιβραβεύει το δημαρχοκεντρικό σύστημα τοπικής αυτοδιοίκησης, έχοντας δώσει και συνεχίζοντας να δίνει συγκεντρωτική εξουσία στο αξίωμα του δημάρχου, ενώ την ίδια στιγμή τοποθετεί απέναντί του το αντίβαρο του ελεγκτή του. Ο οποίος με όλα τα παραπάνω καταλήγει να είναι ελεγχόμενός του.

Και σ' αυτό το σημείο προκύπτει το εξής ερώτημα : στον Συμπαραστάτη ποιος θα συμπαρασταθεί ;

Τα πρόσωπα, που καλούνται να υπηρετήσουν το θεσμό, ειδικά στην πρώτη, πειραματική θητεία του, είναι μόνοι εναντίον όλων : πρωτίστως, εναντίον του καλού ή του κακού εαυτού τους. Και δευτερευόντως, εναντίον όλων των άλλων : της υφιστάμενης κατάστασης και του εθιμικού περιβάλλοντος, όπου καλούνται αρχικά να επιβιώσουν, στη συνέχεια να μπορέσουν να υπάρξουν και μετά να λειτουργήσουν το θεσμό με ήθος. Της κεντρικής διοίκησης και της τοπικής αυτοδιοίκησης, όπου δεν τους βοηθά, όπως ούτε και τα πρόσωπα, που την υπηρετούν, τα οποία και θα πρέπει οι υποψήφιοι να ξεπεράσουν. Του νομοθέτη και των ανύπαρκτων εξισορροπητικών μηχανισμών, που δεν βοηθούν, αλλά και εναντίον της «αόρατης χειρ της δικαιοσύνης», που εδώ είναι και κυριολεκτικά αόρατη. Η γειτονική ευρωπαϊκή εμπειρία δεν μεταφέρθηκε ποτέ εντός συνόρων και οι έννοιες συμμετοχικότητα – εταιρικότητα – επικουρικότητα δεν αναμένεται να κυριαρχήσουν σύντομα στην τοπική κοινωνία. Συνεπώς, ποιος θα κατανοήσει και θα υποστηρίξει στο έργο του αυτό το διχασμένο πρόσωπο ; Άρα, για ποιο «έτοιμο» να υποδεχθεί το θεσμό περιβάλλον μιλάμε ;

Και ποιος είναι διατεθειμένος να αναλάβει τον κίνδυνο, ώστε αύριο να μην χρειάζεται συμπαράσταση ούτε ο δημότης ούτε η επιχείρηση ;

Παρασκευή 28 Ιανουαρίου 2011



O "Καλλι-κράτης" του "χαλι-Κράτους" :



η αρχιτεκτονική της αυτοδιοίκησης ή η αρχιτεκτονική της παγκοσμιοποίησης ;

Γράφει η

Χριστίνα Βασ. Μπαρμπαρούση

Οικονομολόγος, Στέλεχος Τοπικής Αυτοδιοίκησης & Δημόσιας Διοίκησης


Παλαιότερα, η ατμομηχανή της παγκόσμιας περιφέρειας, που στοχεύει στην παγκοσμιοποίηση των πάντων, δούλευε με την εγκατάσταση βιομηχανικών παραρτημάτων των πολυεθνικών εταιρειών στις υπανάπτυκτες/ αναπτυσσόμενες χώρες – στόχους, κατά την οποία αγόραζε τη γη τους, τοποθετούσε το κεφάλαιό της, χρησιμοποιούσε τον τοπικό πληθυσμό τους με πολύ φτηνά εργατικά χέρια, εγκαθιστούσε δικό της εργατικό δυναμικό, μετέφερε την τεχνογνωσία από τη χώρα – έδρα και εξήγαγε ό,τι παρήγε, απομυζώντας κάθε είδους πόρους, όπου στο ξένο έδαφος δημιουργούσε παρασιτικά. Η χώρα στόχος αποδυναμωνόταν, καθίστατο απόλυτα εξαρτώμενη από τη χώρα – ξενιστή και η χώρα – έδρα πλούτιζε, προσθέτοντας άλλο ένα κράτος – δορυφόρο στη γεωπολιτική περιφέρειά της. Σήμερα, κάνει κάτι πιο απλό : θεσπίζει νόμους μέσω των κυβερνήσεών τους.
Στο ελληνικό παράδειγμα, το σχέδιο νόμου υπ' αριθ. 3852 και την κωδική ονομασία “Πρόγραμμα Καλλικράτης” από εργαλείο για τη “νέα αρχιτεκτονική της αυτοδιοίκησης και της αποκεντρωμένης διοίκησης” έγινε εργαλείο αρχιτεκτονικής της παγκοσμιοποίησης των χωρικών οντοτήτων. Από αναπυξιακό εργαλείο των τοπικών κοινωνιών κατέστη ως “
κατασκευή ενάντια στις τοπικές κοινωνίες. Από μηχανή παραγωγής κοινωνικού κεφαλαίου έγινε μηχανή παραγωγής άχρωμων ετερόφωτων χωρικών οντοτήτων, αφού εξαλείφει κάθε ικμάδα να δράσουν μόνες τους στα πλαίσια της ενδογενούς και από κάτω προς τα άνω ανάπτυξης, αλλά ακόμα παραπέρα, αποτελεί προάγγελο ενοποίησης όλης της Ευρώπης, όπου η χώρα μας θα αποτελεί απλά μια περιφέρεια.

Κατά το φαινόμενο αυτό, μειώνει, με αποτέλεσμα να καταργεί, την τοπικότητα των μικρών χωρικών οντοτήτων (δημοτικά διαμερίσματα, τοπικά διαμερίσματα, δημοτικές κοινότητες, χωριά), καθώς τις μετατρέπει σε μέρη μεγαλύτερων χωρικών οντοτήτων, ιδιότητα των οποίων αποτελεί η φυγόκεντρος μητροπολεοποίηση (σ.σ.: στην οικονομία η εξάρτηση σημαίνει, ότι πάντα υπάρχει ένα στοιχείο, που διαρκώς απορροφάται από ένα άλλο, εξωστρεφές σύστημα, το οποίο μόνο δίνει), δηλαδή συντηρεί την απορρόφηση πόρων (φυσικών, ανθρώπινων, οικονομικών, τεχνολογικών κ.ο.κ.), που οδηγεί στην απομύζηση των εξαρτώμενων από αυτή όμορων περιφερειακών οντοτήτων. Και εφόσον οι μικρές χωρικές οντότητες αποτελούν κομμάτι μεγαλύτερων περιφερειακών οντοτήτων, υπερεθνικών, οι οποίες κι αυτές με τη σειρά τους αποτελούν κομμάτι της παγκόσμιας περιφέρειας, αστικοποιούνται σε βαθμό απορρόφησης από τις δεύτερες, όπου και προκύπτουν όλες μαζί σαν κομμάτι της παγκόσμιας χωρικής οντότητας. Σε αυτό το σημείο, παύει η αναφορά στην “ελληνική περιφέρεια” και αρχίζει η αναφορά στο γεωγραφικό εκείνο κομμάτι της Ευρώπης, ως τμήμα της ευρωπαϊκής περιφέρειας (ήτοι η Ελλάδα ως κράτος), που λογίζεται ως περιοχή – δορυφόρος του νεότευκτου “ευρωπαϊκού Κράτους”. Και κατ' αυτό τον τρόπο, η τοπικότητα του χώρου χάνεται. Το χρώμα του χώρου χάνεται, η ιστορικότητα ξεφτίζει κι έτσι είναι εύκολο, εφόσον αδρανοποιείται κι αφού προηγουμένως έχει αποδομηθεί, να γίνει κομμάτι μιας παγκόσμιας περιφέρειας, την οποία η παγκοσμιοποίηση χτίζει. Το φαινόμενο αυτό είναι γνωστό και ως “περιφερειακό πρόβλημα”, το οποίο είναι πρόβλημα ανισότητας. Κι αυτό διότι, όταν δίπλα στο μεγάλο δέντρο, φυτευτεί ένα μικρότερο, την ανάπτυξη του μικρότερου δέντρου θα εμποδίσει η σκιά του μεγαλύτερου, που απορροφά ήλιο και θρεπτικές ουσίες του εδάφους καθώς καταλαμβάνει μεγαλύτερο χώρο. Αποτέλεσμα αυτού είναι ένα μικρό ατροφικό δέντρο, που προσπαθεί μάταια να μεγαλώσει στη σκιά ενός μεγαλύτερου. Στον “Καλλικράτη” οι περιφέρειες είναι το μεγάλο δέντρο και τα χωριά είναι το μικρό ατροφικό δέντρο. Διότι, όπως είναι γνωστό στην Οικονομία, η ίδια αιτία, που παράγει ανάπτυξη σε έναν τόπο (Ευρώπη/ Ελλάδα), την ίδια στιγμή παράγει υπανάπτυξη σε έναν άλλο (ελληνική περιφέρεια/ χωριά).

Η περιφερειοποίηση απορροφά την τοπικότητα των χωριών, τα οποία χαρακτηρίζουν την ελληνική Τοπική Αυτοδιοίκηση, δίνουν δηλαδή το λαογραφικό μας στίγμα και τα αστικοποιούν με αποτέλεσμα να χάνουν σημαντικό μέρος της τοπικής τους ταυτότητας, οδεύει δηλαδή τη χώρα προς την παγκοσμιοποίηση. Διότι, η αντίσταση στην παγκοσμιοποίηση είναι η τοπικότητα, που με τον "Καλλικράτη" απορροφάται.

Επί παραδείγματι, από κτήσεως ελληνικού Κράτους, ο βαθμός της Νομαρχίας βρίσκεται σε έναν διαρκή διαλεκτικό ανταγωνισμό με την αποκέντρωση, σηματοδοτώντας την αντιπαράθεση Συγκεντρωτισμού – Τοπικισμού, που θα ακολουθούσε την αυτοδιοίκηση έως σήμερα. Το κοινό σημείο ανάμεσα στο σήμερα και το τότε αποτελεί το γεγονός, ότι το πολίτευμα δεν ήταν αυτό, που απασχολούσε, αλλά το αν συγκροτούνταν υπό καθεστώς Συγκεντρωτισμού ή Τοπικισμού. Ήδη από το έτος 1833, όπου και εισάγεται ο Νομός, θεσμοθετούνται νέα αξιώματα, όπως αυτό του βουλευτού, σαν αντίβαρα στο θεσμό του Νομάρχη. Το 1886 συμβαίνει, όπως και ίσχυε μέχρι τον απερχόμενο Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, η μετατόπιση της εκλογικής περιφέρειας στο επίπεδο του Νομού, όπου και μειώνει τον αριθμό των βουλευτών με στόχο να καταστεί η εξουσία πιο απρόσωπη. Την ίδια στιγμή, καθιερώνεται το αμετάθετο και η μονιμοποίηση των Δημοσίων Υπαλλήλων, με την παράλληλη ενίσχυση του Νομάρχη μέσα από την κατάργηση της Επαρχίας. Το 1838 ενισχύεται και πάλι ο Νομάρχης ενώ οι μετακλητοί διοικούντες αποτελούν τα μάτια και τα χέρια της Κεντρικής Διοίκησης. Το 1955 καταργούνται όλες οι Γενικές Διευθύνσεις και δίνονται περισσότερες εξουσίες στο Νομάρχη, ο οποίος τώρα ασκεί τις αρμοδιότητες των Υπουργών. Την περίοδο 1967 - 1974 η θητεία του Νομάρχη επηρεάζεται από την κομματική του ταυτότητα, αρχίζει πλέον η πολιτικοποίηση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και η νίκη της αποκέντρωσης στη μάχη με την αυτοδιοίκηση. Από εκεί κι έπειτα, ξεκινά η φθίνουσα πορεία του β' βαθμού αυτοδιοίκησης, με πρώτο σταθμό το 1981, όπου η εξουσία του Νομάρχη μειώθηκε, αφού το κυβερνών κόμμα απέκτησε περισσότερα δικαιώματα και από την κυβέρνηση. Και φτάνοντας στο σήμερα, όπου και εν τέλει η Νομαρχία καταργείται, εξαφανίζοντας στην ουσία ένα λαογραφικό, πολιτισμικό στοιχείο συνέχειας και ιστορικότητας του Κράτους, αλλάζοντας τον χωροταξικό χάρτη, αποσιωπώντας την αυτοδιοικητική του ταυτότητα.

Με άλλα λόγια, ο N.3852-2010 - “Πρόγραμμα Καλλικράτης” αντί να ενισχύσει τη χαμένη τοπικότητα (ήτοι πολιτική βούληση και τοπικά συμφέροντα), οδηγεί με μαθηματικά βήματα στη δημιουργία μιας μορφής, μιας βασικής έκφρασης, αυτού, που καλείται υπανάπτυξη. Δηλαδή, το λεγόμενο “περιφερειακό πρόβλημα”.

Η απάντηση στη μητροπολεοποίηση του αστικού κέντρου είναι η ευαισθητοποίηση της τοπικής κοινωνίας. Η παραγωγή κοινωνικού κεφαλαίου (τοπική πρωτοβουλία, συμμετοχικότητα, βούληση δικτύωσης, ανάδειξη πολιτισμικής ιδιαιτερότητας, αειφορία) αποκόπτει την επεκτατική πορεία της παγκοσμιοποίησης και εγγυάται την ιστορική συνέχεια της τοπικότητας.




Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2010

Το asilon.blogspot.com σας εύχεται...



Χαρούμενο & Ευτυχισμένο το 2011 !! Χρόνια Πολλά !! Καλή Χρονιά !!

Σάββατο 27 Νοεμβρίου 2010

«Ο νέος... είναι ωραίος»




Αυτές τις δημοτικές εκλογές
ο ανεξάρτητος υποψήφιος κερδίζει

(Κείμενο Χριστίνας Βασ. Μπαρμπαρούση δημοσιευμένο στο 32ο Τεύχος του περιοδικού "To E-mail της Αυτοδιοίκησης & της Πολιτικής" του Θαν. Παπαμιχαήλ)

Τα τελευταία χρόνια στην Τοπική Αυτοδιοίκηση παρατηρείται τάση αλλαγής των προτιμήσεων της εκλογικής βάσης. Οι πολίτες ψηφοφόροι εκλέγουν για δημάρχους νέους, ανεξάρτητους υποψηφίους, οπαδούς του πραγματισμού, που είναι πιο κοντά σε αυτούς και πιο μακριά από κομματικούς χώρους (αν όχι ιδεολογικά, τουλάχιστον πρακτικά). Ο λόγος είναι, ότι ο πιο ευαισθητοποιημένος συμπολίτης είναι ο καλύτερος πολιτικός. Επειδή ο νέος είναι ωραίος, αυτές τις δημοτικές εκλογές ο ανεξάρτητος υποψήφιος κερδίζει.
Σε παλαιότερη εποχή, η συνταγή επιτυχίας στις δημοτικές εκλογές ήθελε τον υποψήφιο αιρετό οπωσδήποτε κομματικοποιημένο, συγκεντρωτικό, διεκδικητή του χρίσματος στον τόπο του, μεταξύ παραγωγικού και γεροντικού πληθυσμού ηλικιακά για να «πιάνει» το λαϊκό συναίσθημα της μεγαλύτερης εκλογικής μερίδας των ψηφοφόρων, πρότυπο οικογενειάρχη και βαθιά θρησκευόμενο πολίτη.
Σήμερα, οι στατιστικές έχουν δείξει, ότι αυτό το πρότυπο του υποψήφιου αιρετού έρχεται δεύτερο στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων και ο λόγος είναι ότι... «ο νέος... είναι ωραίος».
Οι ψηφοφόροι παρατήρησαν, ότι όσο πιο κοντά στην κομματική του βάση ήταν ένας υποψήφιος, τόσο πιο μακριά ήταν από τη δημοτική εκλογική βάση. Όσο πιο κοντά ήταν στο χρίσμα και το δαχτυλίδι της διαδοχής, τόσο πιο μακριά ήταν από τους πολίτες. Όσο πιο κοντά ήταν στη γεροντική ηλικία επικαλούμενος το λαϊκό συναίσθημα, ως μόνο πολιτικό επιχείρημα, τόσο πιο μακριά ήταν από τη σύγχρονη διοίκηση των πραγμάτων. Ήταν λιγότερο αποτελεσματικός, περισσότερο εξαρτημένος από τα πάθη της βάσης του, καθόλου ανεκτικός με το «νέο». Ήταν αυτό, που λέμε, λιγότερο πραγματιστής. Περισσότερο προσκολλημένος στη θεωρία της πολιτικής και καθόλου κοντά στην αυτοδιοίκηση. Δεν μπορούσε να προσαρμοστεί στη σύγχρονη δημοτική πραγματικότητα, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να παρακολουθήσει αυτό για το οποίο συγκέντρωσε τις προτιμήσεις των ψηφοφόρων. Οι ψηφοφόροι έχασαν το ενδιαφέρον τους γι' αυτόν τον τύπο υποψηφίου, οι επικοινωνιολόγοι έπαψαν να τον προτείνουν στους ενδιαφερόμενους υποψήφιους και οι ίδιοι άρχισαν να μιμούνται -έστω- τη νέα τάση, ακόμη κι αν δεν μπορούσαν πάντα να την υποστηρίξουν. Πολλοί οπαδοί του κουρασμένου μοντέλου υποψήφιου παρατηρείται να υιοθετούν στοιχεία εκσυγχρονισμένου προφίλ, εκβιάζοντας πολλές φορές το μέσο προς την επιτυχία. Στην πορεία, προς διάψευση των οπαδών αυτού του μοντέλου υποψηφίου, την επιτυχία του πραγματισμού τα τελευταία χρόνια παραδέχθηκαν και ασπάστηκαν τον ίδιο μέχρι και οι ιδεαλιστές, δηλαδή αυτοί, που μέχρι τότε τον πολεμούσαν.
Όπως ήταν αναμενόμενο, το ξεπερασμένο πρότυπο του κουρασμένου υποψήφιου αιρετού, ακριβώς επειδή το ίδιο δεν μπορεί να δεχθεί την επικράτηση του πραγματισμού, ως τάση των σημερινών υποψηφίων, διαδέχθηκε το πρότυπο του σύγχρονου υποψήφιου αιρετού. Έχει παρατηρηθεί, ότι ο πιο αποτελεσματικός δημοτικός εκπρόσωπος είναι ο άνθρωπος της εποχής του. Νέος ηλικιακά και συνεπώς με μεγαλύτερη όρεξη για δουλειά, μακριά από συντεχνιακά παιχνίδια και συγγενικές διαπλοκές, καινούριες ιδέες και με τον «αέρα» της εποχής του, πιο κοντά στα προβλήματα των συμπολιτών του, αφού κι αυτός είναι ένας από αυτούς.
Γνώστης της διοικητικής επιστήμης, πραγματιστής, οπαδός του «τι μπορεί να γίνει» και όχι του «τι θα έπρεπε» των κουρασμένων υποψηφίων, και το σημαντικότερο : χωρίς την απαρχαιωμένη ιδέα του χρίσματος, αντιδιεκδικητής του κομματικού δαχτυλιδιού και με συνδυασμό υποψηφίων από όλους τους ιδεολογικούς χώρους. Διότι, δεν ήταν μόνον οι ψηφοφόροι, που συνειδητοποίησαν τι ήταν πιο αποτελεσματικό γι' αυτούς στην εκλογή τους,
ήταν και οι υποψήφιοι, που αντελήφθησαν, ότι έπρεπε να γίνουν περισσότερο πραγματιστές, να αφήσουν για λίγο τον ιδεαλισμό, σκεπτόμενοι ως ψηφοφόροι και οι ίδιοι, που αποστρέφονταν το ιδεαλιστικό πρότυπο του κουρασμένου υποψήφιου αιρετού.
Η Ιστορία έχει δείξει, ότι η εκλογική συμπεριφορά των ψηφοφόρων ή μερίδας της εκλογικής βάσης προαναγγέλει τις μετρήσιμες τάσεις, τα ρεύματα τα οποία δεν διήλθαν ακόμη ή αναμένεται σύντομα να διέλθουν οι ίδιοι, το κλείσιμο ή το άνοιγμα μιας εποχής για τους υποψηφίους. Σε κάθε περίπτωση, εκλαμβάνονται ως μηνύματα, που οι υποψήφιοι πρέπει να διαβάσουν τώρα για το μέλλον.
Γι' αυτό, αυτές τις δημοτικές εκλογές ο νέος είναι ωραίος, ανεξάρτητος, πραγματιστής και κερδίζει.

Τετάρτη 14 Απριλίου 2010

Η προσδοκία είναι η διαπραγμάτευση με τη μοίρα.



(Σχόλιο Χριστίνας Μπαρμπαρούση για το Επιστημονικό Σύγγραμμα "Κοινωνική Αειφόρος Ανάπτυξη, Υπόδειγμα Win-Win-Win, Papakonstantinidis Model" όπως δημοσιεύθηκε στο δικτυακό ιστότοπο του Δρς Λεωνίδα Παπακωνσταντινίδη http://www.scribd.com/doc/11788187/Win-Win-Win-Model-Papakonstantinidis-Model. Ολόκληρο το κείμενο εδώ)


Στη Μεθοδολογία - Υπόδειγμα δημιουργίας Κοινωνικού Κεφαλαίου "Win-Win-Win Model" του Δρς Παπακωνσταντινίδη, το τρίτο Win (ο τρίτος διαπραγματευόμενος εταίρος, ο παράγοντας C/Community) δεν είναι απλώς η Κοινωνία, που επωφελείται από το αποτέλεσμα της διαπραγμάτεσης των άλλων δύο Win. Έχει και την ιδιότητα του εξωτερικού -τρίτου- παρατηρητή, που παρεμβαίνει και εξισορροπεί το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης ανάμεσα στα προηγούμενα δύο (Win-Win), ο ρόλος του οποίου ενέχει τριπολική υπόσταση : εκτός από
α) τον πρωταρχικό ρόλο ενός παρατηρητή να παρατηρεί και να συλλέγει τις πληροφορίες για τη συμπεριφορά των "παικτών" και να τις καταγράφει ως φαινόμενα,
β) να συλλέγει τις πληροφορίες για τη συμπεριφορά των "παικτών" και να τις καταγράφει ως φαινόμενα προς παρατήρηση και εξαγωγή συμπερασμάτων, μεθόδων προθεραπείας, προπαρασκευής, πρόληψης, προδιάθεσης και προκατάληψης,
γ) αποτελεί άμεση παραγωγή - συσσώρευση πληροφορίας, που προκύπτει από το βαθμό ένωσης της επιθυμίας των δύο συντελεστών για κλείδωμα της
συμφωνίας με διάχυση του οφέλους στο περιβάλλον, στο οποίο λαμβάνει χώρα η διαπραγμάτευση. Λαμβάνει τη θέση της "Κοινωνικής Μήτρας" ("Social Matrix"), εντός της οποίας εκτυλίσσεται η διαπραγμάτευση των Πάντων στην Κοσμική σφαίρα. Ακόμη, εάν στη διαπραγματευτική δράση οι δύο αντίπαλες πλευρές αποτελούνταν από το συνειδητό και το υποσυνείδητο, το Τρίτο Win σίγουρα θα αποτελούσε το υπερσυνείδητο, όπου σαν άλλος από μηχανής θεός του σύμπαντος, παρεμβαίνει και "συνωμοτεί" για να επιτύχει ένα μοναδικό αποτέλεσμα. Υπό διαφορετικό πρίσμα, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως το συμπαντικό συλλογικό υπερσυνείδητο, που περικλύει και περιφρουρεί τα άλλα δύο, καθότι βρίσκεται πάνω από τη λογική, στα όρια του πεπερασμένου. Άρα, λοιπόν, ξεφεύγουμε από τα ανθρώπινα όρια και "(δια)βλέπουμε" τη διαπραγμάτευση, ως κοσμική έννοια, ως κάτι το γενικό, που πέρασε στην ανθρώπινη φύση και έγινε το επιμέρους. Ας μην ξεχνάμε, ότι το "άπαν" αποτελείται από μικρότερα "πάντα" (το παν, του παντός, πληθ. τα πάντα), που όσο
τα αναλύουμε, τόσο προχωρούμε στην εσωστρέφεια του (γενικού) "άπαντος", το οποίο ενέχει και συγκρατεί τα (επιμέρους) "πάντα" με φυγόκεντρο δύναμη - εξάρτηση. Έτσι και το Τρίτο "Win". Αποτελεί μεν το γενικό σύνολο, που ενέχει στη μεγίστη κλίμακα την ανώτερη κοσμική διαπραγμάτευση και αποτελεί, δε, σε μικρότερη κλίμακα το/τα επιμέρους σύνολο/α, την Κοινωνική Μήτρα, που εκτυλίσσεται εντός της η ανθρώπινη διαπραγμάτευση. Ότιδήποτε γίνεται ή δεν γίνεται αντιληπτό από τις ανθρώπινες αισθήσεις και τον ανθρώπινο νου, αποτελείται ή εμπεριέχεται σε ομόκεντρους κύκλους. Άνθρωπος, Πλανήτης, Κόσμος, Σύμπαν, Άπαν. Έτσι, λοιπόν, και ο Τρίτος πόλος του "Υποδείγματος Win-Win-Win" εμπεριέχεται στο κάθε ένα επίπεδο κλιμάκωσης ξεχωριστά και ταυτόχρονα περικλείει όλα τα επίπεδα σε ένα.
Ενώ ο στόχος του είναι οι επιμέρους όροι, προσεγγίζει την τοπικότητα από "ψηλά", ως ο ανώτερος παρατηρητής της, από το ύψος των γενικών όρων. Κι αυτό, διότι έχει κατανοήσει
απόλυτα την έννοια και τη λειτουργία του Κοινωνικού Matrix. Για να το επιτύχει αυτό,
ο εμπνευστής του Τρίτου Win, φαντάστηκε την Κοινωνία, το Κοινωνικό Matrix, ως μια
ζωντανή οντότητα, συμπαγή, σε σχήμα κύκλου, του οποίου θα μπορούσαμε να πούμε η δομή
είναι όμοια με αυτή του ανθρώπου.: συστέλλεται και διαστέλλεται φυσικά, ενώ πάλλεται κυκλικα στο εσωτερικό της, σαν να αναπνέει με φυγόκεντρο δυναμική και εσωστρεφή εντροπία. Σαν να πρόκειται για μια στρογγυλή μάζα ζωντανή. Αυτός ο έμβιος οργανισμός, συμπεριφέρεται σαν και τον ανθρώπινο ακριβώς επειδή είναι η προέκτασή του και για να διατηρήσει τη μάζα του στο χωροχρόνο αυξάνεται όσο ξοδεύεται, σύμφωνα με τη Θερμοδυναμική. Ταυτόχρονα, διακρίνεται ακόμη μία ιδιότητα στη φύση αυτού του Τρίτου πόλου. Αποτελεί τη Μεσότητα στην εξίσωση "Έλλειψη - Μεσότητα - Υπερβολή". Με τη φυσική του εντροπία, διατηρεί την αρμονία μεταξύ των δύο άκρων, τα συνδέει και τα συντηρεί στην τάξη. Είναι, όπως το χαρακτηρίζω, η "εξισορροπιτική χείρα του σύμπαντος", ο αόρατος συγκρατητής των Πάντων, το παλλόμενο "Τίποτα" της Κβαντομηχανικής", το στοιχείο, που συγκρατεί το Σύμπαν και δεν καταρρέει, δηλαδή η Αγάπη. Όπως γίνεται αντιληπτό, δεν είναι απλώς ένας τρίτος παράγοντας, που συμμετέχει ή εξαρτάται από το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης, αλλά ένας καθοριστικός για την πορεία του συντελεστής. Ως προέκταση της εξίσωσης, στο δίπολο Αιτίας - Αιτιατού, θα μπορούσαμε να πούμε, ότι το Τρίτο "Win", η Κοινωνία, που επωφελείται από μια διαπραγμάτευση, είναι το αιτιατό, ο αυτοσκοπός της διαπραγμάτευσης, ή αλλιώς η εντελέχεια, η δυνατότητα της περιρρέουσας κατάστασης από το πέρασμα της άμορφης ενέργειας (προδιαπραγματευτική φάση) στην ουσία, στην πραγματικότητα (όφελος Κοινωνίας - Τρίτου "Win" από την διαπραγματευτική φάση), όπου καθώς μεταβαίνει από τη μία φάση στην άλλη, φεύγει από το αιτιατό και καταλήγει να μετατρέπεται στο Τρίτο "Win". Αποτελεί έναν μηχανισμό αξιοπιστίας για την αίσθηση, που έχουμε για το αποτέλεσμα μιας διαπραγμάτευσης, ο οποίος αυτός μηχανισμός αποτελείται από το χρόνο, από το χώρο και από τις κατηγορίες στοιχείων (αντίθετα συμφέροντα, μερίδια, χρησιμότητες, ορθολογισμός, ηττημένη πλευρά, σεβασμός στην ισχύ του αντιπάλου, αποστροφή στον κίνδυνο) των διαπραγματευόμενων πλευρών. Στη Θεωρία του "Win-Win-Win", τα συναντούμε, ως συντελεστές πραγμάτωσης της διαπραγματευτικής διαδικασίας, σαν βασικά συστατικά της, που δρουν αλληλοεπηρεαζόμενα και αυστηρώς προσδιορίζουν και το αποτέλεσμα, όπως γίνεται αντιληπτό από τον εμπνευστή της θεωρίας του τρίτου Win, Δρ Παπακωνσταντινίδη. Ο δεσμός με τον οποίο συνδέονται αυτοί οι δύο συντελεστές ("παίκτες") στην κοσμική ροή των πραγμάτων, είναι η σχέση αιτίας - αιτιατού, η αιτιώδης συνάφεια. Η αιτιοκρατική φύση της ροής των πραγμάτων, η διαρκής διαπραγμάτευση δηλαδή των πάντων γύρω μας, είτε συμβαίνει λόγω χρονικής διαδοχής, επειδή "έτυχε" (αν και τον παράγοντα της τύχης τον καταρρίπτει το Τρίτο "Win") να συμβεί, είτε λόγω αιτιώδους συνάφειας, που προϋποθέτει στον ανθρώπινο νου την ύπαρξη του αναγαίου δεσμού των διαπραγμετευόμενων πλευρών και με βάση αυτόν κρίνουμε και αποδίδουμε την αιτιοκρατική σχέση σε ένα διαπραγμετευτικό αποτέλεσμα, ενέχει, σε κάθε περίπτωση, μια φυσική εντροπία, μια φυσική ροπή των πάντων προς μια κατεύθυνση.: τη συλλογική ωφέλεια, τη διάχυση της ωφέλειας και έξω από τους διαπραγματευόμενους συντελεστές. Συναντούμε εντός του την έννοια της Δικαιοσύνης, που εξασφαλίζει τη φυσική ισορροπία των συμπαντικών ροών, ενώ παράλληλα διαβλέπουμε και την έννοια του "απείρου", το οποίο διατηρεί τη διαπραγμάτευση των συμπαντικών δυνάμεων - στοιχείων "κατά το πρέπον", σύμφωνα δηλαδή με έναν άγραφο (αόρατο) νόμο ή κάποιον uber alles "διαχειριστή" (η κοινή ωφέλεια, που διαχέεται στον περιβάλλοντα χώρο). Θα μπορούσαμε να πούμε, ότι κάνει λόγο για την "ειμαρμένη" ή "δίκη", την αρχή της δικαιοσύνης, που συντηρεί την ύπαρξη του σύμπαντος και δεν του επιτρέπει να καταρρεύσει. Χάρη σε αυτή την αόρατο πάλη (ή διαπραγμάτευση, όπως θα την ονόμαζε ο Δρ Παπακωνσταντινίδης) επιτυγχάνεται η κοσμική παλλίντονος αρμονία (ή οι διαπραγματευτικές θέσεις των αντίπαλων δυνάμεων, όπως θα λέγαμε με όρους της Θωρίας των Παιγνίων. Οι παίκτες αντιμάχονται, ώστε να διατηρήσουν την αυτο-επιβίωση και σύμφωνα με την πρωτέρα διεργασία των διαπραγματευτικών δυνάμεων, επέρχεται ένα δεδομένο - πεπερασμένο αποτέλεσμα.) Η διαρκής συμπαντική αλλαγή - πάλη είναι η διαπραγμάτευση και το γεγονός, ότι χάρη σε αυτή ο κόσμος δεν καταρρέει είναι το τρίτο "Win". Τα άλλα δύο "win" είναι οι δυνάμεις του καλού και του κακού, που αντιμάχονται με στόχο την αυτοσυντήρηση.
Παράλληλα, θα μπορούσαμε να δούμε "μέσα" στο Τρίτο "Win" του Δρς Παπακωνσταντινίδη και να διακρίνουμε, ότι είναι η τυφλή, απεριόριστη και ακατάπαυστη ορμή όλων των όντων και των φυσικών πραγμάτων στην κοσμική σφαίρα για διαπραγμάτευση ή η βούληση για θέληση. Σε κάθε περίπτωση, θα μπορούσαμε να πούμε, ότι το τρίτο Win είναι η κινητήριος δύναμη δύο διαπραγματευόμενων πλευρών προς επίτευξη ενός πεπερασμένου αποτελέσματος. Αυτομάτως αποκτά ακόμη μια έννοια ή μια ακόμη ιδιότητα. Το Τρίτο "Win" συγκεντρώνει μια καθολικότητα αφενός σε εννοιολογικό επίπεδο και αφετέρου σε επίπεδο πραγματικότητας. Το συνδετικό στοιχείο ανάμεσα σε αυτά τα δύο είναι η εμπειρία. Αυτή είτε θα το ερμηνεύσει είτε θα το εξελίξει. Εδώ, λοιπόν, έρχεται να εκπληρώσει την έννοια της οικουμενικότητας.
Άρα λοιπόν, συνοψίζοντας, το Τρίτο "Win", σύμφωνα με τον εμπνευστή του, Δρ Παπακωνσταντινίδη, δεν είναι απλώς το εξωτερικό περιβάλλον της διαπραγμάτευσης ανάμεσα σε δύο επωφελημένους από το αποτέλεσμα αυτής "παίκτες", που επωφελείται αυτού του αποτελέσματος εξίσου με τις αντίπαλες πλευρές. Είναι μια άφθαρτη περιρρέουσα και πρωτογενής συστατική έννοια, που περιέχει τα πάντα και εμπεριέχεται σε αυτά, είναι ταυτόχρονα και υπεραξία και μετρήσιμο αποτέλεσμα, έχει τα χαρακτηριστικά πεμπτουσίας, "ομπρέλας" και διόδου ομαλής έκβασης με τριαδικό χαρακτήρα. Διαβάζοντάς το νιώθεις την αίσθηση της ελευθερίας, ο ίδιος ο εμπνευστής της θεωρίας νιώθει την αίσθηση της ελευθερίας και εξελίσσει αυτή την οπτική μέσα από τον τρίτο παράγοντα μεταξύ αυτού και του μοντέλου, δηλαδή του υποδοχέα - αναγνώστη. Η διαπραγμάτευση μεταξύ συγγραφέα και υποδοχέα - αναγνώστη "κλειδώνει" με τη διάχυση του οφέλους από τη γνώση : το Τρίτο "Win".


"Ο άνθρωπος είναι πιο γενικός απ' τη ζωή. Είναι σαν να έχει προβλεφθεί για περισσότερα ενδεχόμενα από εκείνα, που μπορεί να γνωρίσει και να συναντήσει στην πραγματικότητα" -
Paul Valery (1871-1945)

14.4.2010

Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2010

«Η Δικτατορία των Απορριμμάτων : Η κοινωνία της μόλυνσης δεν καθαρίζεται, ανατρέπεται».


Εισαγωγή στην Κοινωνική Διάσταση των Αστικών Απορριμμάτων :

Σημείωμα : οι ομοιότητες στη συμπεριφορά της μόδας και στις τάσεις των απορριμμάτων, η δύσκολη γλώσσα της εντροπίας. Η εξάρτηση όσο ξοδεύεται, τόσο αυξάνεται.

Η κατάρα των απορριμμάτων ανακλάται στην ανασφάλειά τους να περιστρέφονται γύρω από τον εαυτό τους. Η ομοιότητα των χαρακτηριστικών τους με τη συμπεριφορά της τάσης, ως έννοια, τα αναγκάζει εξ ορισμού σε ένα φαύλο κύκλο αυτοαπόρριψης. Η εγγενής, φύσει αυτοαναίρεσή τους τα υποχρεώνει, μέσω του καταναλωτισμού, σε διαρκή επεξεργασία εύπεπτου και αναλώσιμου υλικού προς διάθεση και αναζήτηση δεκτικών target groups -κατά προτίμηση ευάλωτων με εύπλαστη ταυτότητα κοινωνικών υποομάδων, π.χ. έφηβοι- για να το μαρκετάρει ανώδυνα και αθόρυβα, προς επιβολή καταστρατηγημένων μεθόδων εξαρτήσεως, επιζητώντας την αυτοεπιβεβαίωσή της, την τιμωρία του εγωκεντρισμού. Στο σημείο αυτό, αναλαμβάνει δράση το κοινωνικό εργοστάσιο με τη μέθοδο της μαζικής παραγωγής κατά φάση. Αποστολή του κοινωνικού εργοστασίου είναι να παράξει ομοιόμορφες μάζες τυποποιημένου δείγματος ανθρώπινου προϊόντος, σύμφωνα με τις ανάγκες συντήρησης και παράτασης της παρούσης μεταβατικότητος. Αφενός, η έννοια της εξάρτησης χρησιμοποιεί το trend, την τάση, ως εναλλακτική μορφή ύπνωσης και αποπροσανατολισμού έναντι των υπολοίπων ναρκωτικών ουσιών, αφού και στις δύο περιπτώσεις, προκύπτει ο ίδιος αριθμός στοχοποιημένων υποδοχέων και αφετέρου, η έννοια της μεταβατικότητας συσσωρεύει εντός της την ασυνέχεια, το τέλος εποχής, την προσδοκία διάρκειας, το χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο αναμένεται να συμβεί κάτι. Το περιβάλλον του μετασχηματισμού, η αστάθεια κατ' επέκταση της μεταβατικότητας, προσφέρονται και προεπιλέγονται, ως το καταλληλότερο πεδίο παραγωγής του κοινωνικού εργοστασίου, το οποίο χρησιμοποιώντας φτηνές πρώτες ύλες μιμητικότητας, καταναλωτισμού, σε συνδυασμό με επιλεκτικά στοιχεία παρελθόντων κοινωνικών επαναστάσεων, προσπαθεί να ρίξει το κόστος παραγωγής μαζοποιημένων μοντέλων μηχανικά καταναλωτών, κατανέμοντας την επιρροή στα διάφορα κέντρα κόστους συνολικά στα target groups. Κατ' αυτό τον τρόπο, προκαλεί μετακύληση επιπτώσεων στις περιφερειακές υποομάδες για να επιτύχει ομοιογενές αποτέλεσμα, το άριστα επιθυμητό στη διανομή των προς έκθεση τυποποιημένων προϊόντων στο παγκοσμιοποιημένο και αγοραίο mind control, που πασχίζει να επικρατήσει στα think tanks, τα οποία και προστατεύουν από την ισοπέδωση των βιομηχανιών ελεγχόμενων εγκεφάλων. Η παραγωγή κατά φάση στην καταναλωτική κουλτούρα δημιουργεί τα προϊόντα της ίδια μέχρι κάποιο συγκεκριμένο στάδιο και από ένα σημείο και μετά, τα διαφοροποιεί σε δύο παρτίδες σύγχρονων καταναλωτών : την πρώτη παρτίδα παραγωγής αποτελούν οι νεολαίοι καταναλωτές, που χαρακτηρίζονται από την έλλειψη του ενζύμου, που δεσμεύει τον προβληματισμό, οι οποίοι έχουν ως σήμα κατατεθέν την τάση, όπου σχεδιάστηκε να μαρκετάρει το κακότεχνα στιλιζαρισμένο industrial σε συνδυασμό με το σύγχρονο μινιμαλιστικό δόγμα. Αυτό σημαίνει την έμφαση στην ελκυστικότητα των προϊόντων, που επικεντρώνεται σε μεμονωμένα σημεία του την κάθε φορά. Τη δεύτερη παρτίδα παραγωγής αποτελούν οι καταναλωτές της γενιάς 1950- 1960, που υπέκυψαν στην τάση και ενσωματώθηκαν στην αγοραία διανομή, διατηρώντας παρ' αυτά την αρχική τους ταυτότητα. Η παρούσα μεταβατικότητα, δηλαδή η ασυνέχεια της απελθούσης εποχής, προετοιμαζόταν δεκαετίες νωρίτερα, ώστε να υποδεχθεί το αλλοτριωμένο κύμα καταναλωτισμού, το οποίο ήρθε για να μείνει. Διότι, η παρούσα χρονική φάση της Ιστορίας αντίκειται στις προκατόχους της, ως πολιτισμικά στείρα εποχή, έχοντας το συγκριτικό πλεονέκτημα, όχι στο βαθμό της ισοπέδωσης, αλλά στο βαθμό της ανακύκλωσης, διότι, δεν προσφέρει τίποτα διαφορετικό, πλέκει φιλοσοφίες και λογικές, παρουσιάζοντάς τες ως καινούριες με πρώτο συνθετικό το «νεο»-, χαρακτηριζόμενη από τη φοβία της να μην ξεπεραστεί από τον ίδιο της τον εαυτό (σύμπτωση με τη φοβία της μόδας- ταύτιση). Τα νεωτεριστικά δόγματα δοκιμάζουν την επιρροή τους στην πολιτική, στη μουσική, στη θρησκεία, στη γλώσσα, στην κατανάλωση εν προκειμένω, καθιερώνουν ή μεταμορφώνουν θεσμούς, προκαλώντας την αστάθειά τους, αφού με την τεχνική της μόδας, την ελαφρύτερη επικοινωνιακά ονομασία της εξάρτησης, εισρέουν στα ανωτέρω και προκαλούν σύγχυση στα ευπαθή πλήθη, που επιθυμούν να τα προσεγγίσουν (τα πλήθη πάντα επηρεάζονται πιο εύκολα από ό,τι οι μεμονωμένοι στόχοι), νοθεύοντάς τα με άχρηστες πληροφορίες (τα απορρίμματα αποτελούν πληροφορίες), χαρακτηριστικό των οποίων αποτελεί η γρήγορη εναλλαγή τους, που εμποδίζει την ανατροφή σταθερών και αργά αναπτυσσόμενων συνειδήσεων. Η σύγχυση, που προσφέρεται και συντηρείται, αντικαθιστά τις ταυτότητες, τις προσωπικότητες, τις συνειδήσεις και τις αντιστάσεις, δημιουργώντας εκ νέου αντιπροσωπευτικά δείγματα κοινωνικών υποδοχέων πλαστού- εικονικού πολιτισμού, επιφέροντας την αλλοτρίωση, την αποσταθεροποίηση, τη σήψη, την ενσωμάτωση- απορρόφηση- ομοιογενοποίηση. Η ισορρόπησή της στην κοινωνία επιτυγχάνεται με την επιστράτευση της έννοιας της εξάρτησης, που καλείται να επιμεληθεί χρέη νάρθηκα. Τα σπασμένα δεκανίκια, που -ύποπτα- δωρεάν προσφέρονται στους επιλαχόντες υποδοχείς της καταναλωτικής μόδας, καλύπτουν το κενό των think tanks, που κάθε έθνος διαθέτει και θα συνέδραμαν στην ανάρρωση των αλλοτριωμένων συνειδήσεων. Την εν λόγω δε αποκλίνουσα συμπεριφορά, που οδηγεί στην ανομοιογένεια την αντικαθιστά, η αστυνομία της κατανάλωσης, που συντηρεί την ανακύκλωση της ανάλωσης, τα φαινόμενα- κατάλοιπα, που παράγει η τάση, η μόδα. Και επειδή οι συστάσεις είναι απαραίτητες, κατανάλωση, η άλλη όψη της εξάρτησης. Η επανάσταση αρχίζει από τους κάδους.


Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2010

Κοινωνικό Οικοδόμημα : Το επιστέγασμα της Ανθρωπότητας, ο αντίπαλος των Φιλοσόφων.




«Η μόνη σωστή πολιτειακή οργάνωση είναι αυτή, που ρυθμίζει το Σύμπαν» - Διογένης ο «Κυνικός»


Εισαγωγή

Η Πολιτική Φιλοσοφία λειτουργεί, ως η ισχυρότερη ασφαλιστική δικλείδα, που περιβάλλει και συγκρατεί το Κοινωνικό Οικοδόμημα, μέσα από τη συνεχή ροή και πάλη των πολιτικών ιδεολογιών – καθεστώτων και το διπολισμό της έννομης και φυσικής τάξης και δεν της επιτρέπει να καταρρεύσει. Αποτελεί την προοπτική, την προέκταση και την ολοκλήρωση του ανθρώπου, καθώς : μετουσιώνει την αριστοτελικού – χομπεσιανού μοντέλου αδυναμία του ενστίκτου αυτοσυντήρησης σε ανώτερο δημιούργημα οντολογικής διανόησης, αλλά αποτελεί και την ίδια την κοσμική μετουσίωση του εν ημίν λόγου των στωικών, καθίσταται, ως ο ανώτερος εσωτερικός παρατηρητής της καντικής υπερβατικολογικής συνείδησης, το καταλληλότερο περιβάλλον για τη γέννεση του Λυτρωτή υπερανθρώπου με ζεστή καρδιά και κρύο κεφάλι του Νίτσε, μια αδιάσπαστη ενότητα κατά τον Σπινόζα, αλλά και ταυτόχρονα, δισυπόστατη κατά τον Ντεκάρτ. Η αιώνια καταδίκη της Κοινωνίας είναι το γεγονός, ότι δημιουργήθηκε για να αποτελεί το επιστέγασμα της Ανθρωπότητας, άρα και τον αντίπαλο των εχθρών αυτής, δηλαδή των Φιλοσόφων. Διότι, η Κοινωνία αφενός μεν είναι το καταφύγιο, αλλά αφετέρου δε η προσφυγή σ’ αυτή ενίοτε αποτελεί και την κατάχρηση της ανώτατης εξελικτικής οντότητας, που άνευ διακρίσεων παρέχει άλλοθι στην κατάχρηση. Δεν αποτελεί έναν απλό αντίπαλο, που απλώς χαρακτηρίζεται από την εξίσωση άπειρον + πέρας = όλον της πολιτικής οντολογίας, αλλά τον αντίπαλο, που πάντα έπρεπε να ξεπεράσουν, αποδεικνύοντας, ότι το επιστέγασμα είναι και καταφύγιο, μετριάζοντας τη φύση της Οντότητας Κοινωνίας, διότι το καταφύγιο μαρτυρά την αδυναμία αυτού, που το αναζητά, που, ταυτόχρονα αποτελεί και το δημιουργό της. Άρα, το καταφύγιο δεν μπορεί να αποτελεί επιστέγασμα, εφόσον αυτός, που κρύβεται, μαρτυρά την αδυναμία του για ισχύ. Η ατομική – επιμέρους αδυναμία οδηγεί στην αδυναμία του γενικού συνόλου ή σε ένα πολύ σημαντικό μέρος αυτού. Έτσι, η Κοινωνία αποδυναμώνεται και από αντανάκλαση του ανθρώπου γίνεται προοπτική, γίνεται το άλλοθι. Όμως, ο αντίπαλος του άλλοθι είναι η Πολιτική. Η Πολιτική, που είχε την ευκαιρία να γίνει Επιστήμη, αλλά έγινε Τέχνη. Το πιο έντεχνο εργαλείο των Social Engineers για τη διανομή, αναδιανομή, κατάταξη και παρέλευση της Πληροφορίας της Κυβερνητικής Επιστήμης και της Κοινωνικής Μηχανικής, εφόσον ενέχει το ισχυρότερο εξάρτημά της, τη δεοντολογική διατύπωση τεκμηρίου ή Πειθώ. Δηλαδή, το Κοινωνικό Οικοδόμημα είναι σχεδιασμένο εξ’ αρχής να αναπτύσσει μηχανισμούς επιβίωσης, όταν το ίδιο βάλλεται εκ των έσω.

Ι. ΙΔΕΑΛΙΣΜΟΣ : Η Οντότητα Κοινωνία στον Κόσμο των Ιδεών.
→ Η Πλατωνική Θεώρηση.

Στον Κόσμο των Ιδεών, κύριος εκφραστής της θεωρίας του οποίου ήταν ο Πλάτωνας, η Οντότητα Κοινωνία αποτελεί την προέκταση του ανθρώπου, καθώς και την ανάγκη του για αντανάκλαση του εαυτού του σε ανώτερο γνωσιολογικό στάδιο. Στη φάση της Θεώρησης, η Οντότητα Κοινωνία είναι εξελικτικά ανώτερη σε πνευματικό επίπεδο από τον άνθρωπο, παρά, αλλά και σύμφωνα με το γεγονός, ότι δημιουργήθηκε για να τον υπηρετεί. Οντολογικά-Γνωσιολογικά, η έννοια Κοινωνία (όπου εν+νους = κατοίκηση στο νου, βασικό σημείο της Θεωρίας) θεωρείται ανώτερη και προϋπάρχουσα του απεικάσματός της, του αντικατοπτρισμού και της πραγμάτωσής της στο σχηματισμό κώμεων, πόλεων, κρατών, διότι, σύμφωνα με τη Θεωρία των Ιδεών, οι ιδέες είναι άυλες οντότητες, που μένουν αναλλοίωτες και αιώνια σταθερές υπάρξεις. Δεν επηρεάζονται από τη μεταβολή των απεικασμάτων τους ούτε απειλούνται υπό την εξαφάνιση αυτών. Κατά τρόπον τινά, η συγκρότηση κοινωνιών οφείλει την ύπαρξή τους στην ιδέα τους. Ο σχηματισμός και η ανάγκη γι’ αυτόν της έννοιας Κοινωνίας προϋπέθεσε την επιστράτευση των De Jure όρων κατά σειρά χρήσης τους: Ιδέα → Δημιούργημα Iδέας → Απείκασμα Iδέας (το λεγόμενο αντίγραφο, που ακυρώνει την μοναδικότητα του και ταυτόχρονα την ύπαρξή του παράλληλα με τη γέννησή του, γεγονός, στο οποίο η Ιδέα οφείλει την ανωτερότητά της έναντι του απεικάσματος) → Αλήθεια [όπου α + λήθη => θύμηση, άρση της λήθης, αποκατάσταση της μνήμης, άρα ανάμνηση. Σύμφωνα με αυτόν τον ορισμό, οι άνθρωποι καίτοι σαφέστατα φύσει ιδεαλιστές, ανακαλούν στη μνήμη τους τις εμπειρίες, που συνέλεξε η ψυχή ενώ περιφερόταν στον προϋπάρχοντα του Κόσμου των Αισθητών Πραγμάτων Κόσμο των Ιδεών και τις ενσωματώνουν σε μια έννοια (Κοινωνία), κάνοντας χρήση των προεπιλεγμένων πληροφοριών. Μια εκδοχή της σύγχρονης άποψης περί Αλήθειας, εάν τοποθετηθεί στην εξίσωση της μεσότητας του Αριστοτέλη σε συνδυασμό με την Πολιτική Φιλοσοφία, θα εξισωθεί με το ακόλουθο αποτέλεσμα : → Εντελέχεια (το πέρασμα από τη δυνατότητα στην πραγματικότητα, η άμορφη μάζα πραγματώνεται) → Φύσει Οντότητα. Το πλέγμα, το οποίο διαμορφώνουν τα συστατικά συγκρότησης κοινωνιών περιβάλλεται με τη σειρά του από το πλέγμα της έννοιας της Δικαιοσύνης. Η Δικαιοσύνη σε ρόλο της μοναδικής κοινωνικής ασφαλιστικής δικλείδας αποτελεί τη λεωφόρο προς τα ανώτερα ιδανικά στρώματα της συγκρότησης κοινωνιών, καθ’ ότι αποτελεί τη μία εκ των τεσσάρων αρετών (μεταξύ φρόνησης, σωφροσύνης και ανδρείας) ενώ στην πορεία ταυτίστηκε με τη φρόνηση και τη σωφροσύνη, αφού κατέστησε την ανδρεία άχρηστη, όταν η ίδια δεν υπήρχε προς το σκοπό της επικράτησης του δικαίου. Αποτελεί την υπερβατικολογική συνείδηση της Κοινωνίας (τον εσωτερικού παρατηρητή του εαυτού της), το χωροχρόνο, καθ’ ότι εξασφαλίζει την αρχή της συνέχειας των κοινωνιών και τη Γνώση, που αποτελεί τη βάση της σχέσης Αιτίας - Αιτιατού (= Αρχή της Αιτιότητας) ενώ αποτελείται από την ειμαρμένη (ή τη δίκη) και το λόγο, που εξασφαλίζουν την παλίντονο αρμονία, που διατηρεί την εξισορρόπηση των αντιθέτων και την αποφυγή της κατάρρευσης της έννοιας Κοινωνίας. Αυτή η σταθερότητα της Κοινωνίας επιτυγχάνεται μέσα από τους γενικούς όρους και τις καταστάσεις, που απορρέουν από το δίκαιο (De Jure όροι). Η κοινωνική ολοκλήρωση επέρχεται μέσα από την αυτάρκεια, την ευδαιμονία, τη μεσότητα, τις αρετές και την ελευθερία, σχηματίζοντας το ευ ζην, όπου είναι και το επιδιωκόμενο επιθυμητό.


ΙΙ. ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ : H Οντότητα Κοινωνία στον Κόσμο των Αισθητών Πραγμάτων.
→ Η Αριστοτελική Θεώρηση.

Ο αντίλογος του ιδεαλισμού αντανακλάται στον Κόσμο των Αισθητών Πραγμάτων, όπου με κύριο εκφραστή του τον Αριστοτέλη, απορρίπτει τη σοβαρότητα της νοερής ύπαρξης κοινωνιών, δηλαδή της έννοιάς του, αποδεχόμενος την ύπαρξη μόνο των αισθητών πραγμάτων. Διότι, υποτιθέστω της ύπαρξης της Ιδέας της Κοινωνίας, η δύναμη της λογικής επιτάσσει και την ομοιότητά της με το απείκασμά της. Η ομοιότητά της, όμως, με το απείκασμά της επιτάσσει κατά τον ίδιο αναλογικό τρόπο και την ομοιότητα της έννοιας με την αντίστοιχα ανώτερη δύναμη από αυτήν, δηλαδή μια ανώτερη έννοια της Κοινωνίας. Εάν αυτό συμβεί επ’ άπειρον, είναι μαθηματικά αδύνατον να οδηγηθούμε στην αρχική έννοια της Κοινωνίας, που δημιούργησε την τελική, που δημιούργησε το απείκασμά της. Η απόδειξη του αντίλογου έγκειται σε δυο αποδεικτικά στοιχεία : την ουσία (τόδε τι) και τα συμβεβηκότα. Εάν αυτά τα δύο εξαφανιστούν από τον Κόσμο των Αισθητών Πραγμάτων, τότε η έννοια δεν βρίσκει αντίκρισμα απτό και έτσι θα πάψει να χρησιμοποιείται, να υπάρχει. Γι’ αυτό, βάσει των De Facto επιμέρους όρων και τη μεταβολή, που τους χαρακτηρίζει εγγενώς, το απείκασμα Κοινωνία είναι πιο ισχυρό από την έννοιά του. Άρα, δεν αποποιείται της αμφίδρομης σχέσης ιδέας - πράγματος, όπως οι θεωρίες του ιδεαλισμού. Κατ’ επέκταση, το έθος [>ήθος = έξη (έξις αρχ.) -> συνήθεια] ευθύνεται κατά σημαντικό βαθμό στην παγίωση των κοινωνιών και στη διατήρησή τους (και όχι σε αποδυναμωμένο βαθμό, όπως ο ιδεαλισμός διδάσκει, προτάσσοντας την ψυχή ως ανωτέρα έθους). Οι De Facto (εκ των πραγμάτων) επιμέρους όροι είναι υπεύθυνοι για τη γέννεση των πολιτευμάτων και τη διανομή της Πολιτικής Φιλοσοφίας σε Δεξιά και Αριστερή κατεύθυνση-τοποθέτηση. Διότι, εκ των πραγμάτων, για να διατηρηθεί το απείκασμα της Κοινωνίας χωρίς την έννοιά του, η σύναψη κοινωνικών συμβολαίων είναι απαραίτητη προς αποφυγήν του χάους (βλ. Σοσιαλισμός, Κουμμουνισμός, Αυταρχισμός, Φιλελευθερισμός). Η αντιπαλότητα των δύο πολιτικών κατευθύνσεων (Αριστερά- Δεξιά) απέκτησε σαφή χαρακτήρα πόλωσης στα χρόνια και εξ αφορμής της Γαλλικής Επανάστασης, όταν οι Μοναρχικοί κατέλαβαν στη Συντακτική Συνέλευση του 1789 το δεξιό μέρος των εδράνων της αίθουσας (εξ ου δεξιοί) και οι Δημοκράτες το αριστερό (εξ ου αριστεροί) σε σχέση με τη θέση του Προέδρου της Συνέλευσης. Οντολογικά- Γνωσιολογικά, ο Αριστοτέλης θεμελίωσε την τελολογική θεωρία δημιουργίας κοινωνιών, όπου και προκύπτει, ότι σκοπός (αρχ. τέλος) των οποίων είναι η ευδαιμονία, που θα επιτευχθεί από τη μεσότητα, ως τρόπο ζωής των ανθρώπων, τη μετριοπάθεια και την αποφυγή των άκρων (ολοκληρωμένο το μοντέλο είναι έλλειψη – μεσότητα – υπερβολή, το μέσο είναι ο συνδετικός κρίκος των άκρων, που αποτρέπει την κατάρρευσή τους < Η Πολιτική Φιλοσοφία συγκρατεί το Κοινωνικό Οικοδόμημα και αποτρέπει την κατάρρευσή του). Όταν η άνωθεν Θεώρηση τοποθετηθεί στα πλαίσια του ανώτερου κοινωνικού δημιουργήματος, ο άνθρωπος «εκβιάζεται» φυσικώς ή επιθυμεί να εφεύρει την Πολιτική, που θα οδηγήσει την Κοινωνία στην ικανοποίηση των ανώτερων ενστίκτων της. Από αρχής κτήσεως κοινωνιών, η Πολιτική Επιστήμη αισθάνθηκε την ανάγκη και την υποχρέωση απέναντι στον εαυτό της να εξελιχθεί, να αποκτήσει ταυτότητα και πολιτικές κατευθύνσεις μέσα από την θέσπιση πολιτευμάτων, που απεγνωσμένα αναζήτησαν την παραδοχή ή την απόρριψή τους από την καθεστηκυία τάξη (το λεγόμενο status quo), έχοντας υιοθετήσει ή δημιουργήσει την εκάστοτε φορά το απαραίτητο «know- how». Έτσι, λοιπόν, η Πολιτική Διεύθυνση είναι η ευδαιμονία και οι Πολιτικές Κατευθύνσεις είναι η Αριστερά και η Δεξιά, η Δημοκρατική και η Δεσποτική Επιλογή.